Αντίπαλος, όχι παρτενέρ

εικόνα άρθρου
Πριν από λίγο καιρό, βρέθηκα σε ένα ντότζο μιας κλασικής σχολής οπλομαχίας –δεν έχει σημασία ποιας. Μεταξύ των ασκουμένων, ήταν και ένας ο οποίος ήταν υψηλόβαθμος μεν στην τέχνη αλλά από άλλο ντότζο, και είχε βρεθεί εκεί συμπτωματικά, μετά από πάρα πολλά χρόνια. Κάποια στιγμή λοιπόν, ο εν λόγω ασκούμενος, βρέθηκε να κάνει εξάσκηση μαζί με έναν κατά πολύ νεότερό του, τόσο στα χρόνια όσο και, πολύ περισσότερο, στη σχολή όμως παρότι ο αντίπαλός του ήταν σαφέστατα πιο έμπειρος, ο νεότερος ασκούμενος συστηματικά έκανε από πρόθεση αδύναμες επιθέσεις· όταν και ο παλιότερος αλλά και ο δάσκαλος επέμειναν ότι μια και ο αντίπαλός του ήταν σαφώς ικανός να ανταποκριθεί, έπρεπε να κάνει επιθέσεις με δύναμη, ταχύτητα και πρόθεση, ο μαθητής διαμαρτυρήθηκε λέγοντας “μα δεν θέλω να τον βλάψω: είμαι καλός άνθρωπος!”

Κατά σύμπτωση, λιγότερο από έναν μήνα αργότερα, πήρα μια συνέντευξη από έναν από τους αρχαιότερους ασκούμενους και εκπαιδευτές Σίντο Μούσο-ρίου Τζο στις ΗΠΑ, τον Χάρβεϊ Κινγκ από το Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης. Και στη συνέντευξη αυτή, απαντώντας στην ερώτησή μου “ποια είναι η διαφορά στην εξάσκηση των σύγχρονων έναντι των κλασικών πολεμικών τεχνών, ο κ. Κινγκ μου απάντησε “πρέπει να έχεις στον νου σου ότι μάχεσαι με έναν αντίπαλο και όχι ότι δουλεύεις με έναν παρτενέρ”. Το οποίο είναι ακριβώς αυτό που δεν είχε (ακόμα) καταλάβει ο νεότερος μαθητής στο περιστατικό στην παραπάνω παράγραφο.

Προφανώς δε χρειάζεται να πω ότι συμμερίζομαι σχεδόν απολύτως την άποψη του Χάρβεϊ Κινγκ: Πρόκειται ίσως για ένα από τα σοβαρότερα ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπίσει κανείς όταν ασκείται στις πολεμικές τέχνες. (Αν διαφωνώ σε ένα σημείο, εξού και το “σχεδόν” είναι ότι κατά τη γνώμη μου, είναι κάτι που πρέπει να ισχύει και στις σύγχρονες πολεμικές τέχνες, τουλάχιστον ως έναν βαθμό –όμως αυτή είναι άλλη συζήτηση) Αν μια, ούτως ειπείν, συνεύρεση σε ένα παρκέ ή σε ένα τατάμι, δεν έχει μια διάσταση αντιπαλότητας με διακύβευμα τη σωματική ακεραιότητα των εμπλεκόμενων, ένα μεγάλο κομμάτι της ειδοποιού διαφοράς μεταξύ μιας πολεμικής τέχνης και ενός αθλήματος χάνεται.

Όπως έχω πει και άλλοτε, το παραπάνω δεν είναι μομφή απέναντι στα αθλήματα: ειδικά από τότε που πέρασα τα σαράντα και ακόμα πιο ειδικά από τότε που πέρασα τα πενήντα έχω γίνει πολύ πιο φιλικά διακείμενος απέναντι σε κάθε μορφή σωματικής άσκησης  επειδή η έλλειψή της έχει αποτελέσματα πολύ πιο ορατά από όσο πίστευα πριν από είκοσι ή πριν από τριάντα χρόνια. Όμως αν τελικά ενδιαφέρεται κανείς να πάρει κάτι που πάει πέρα (όχι “πάνω”: “πέρα” –να είμαστε σαφείς!) από το υγιές σώμα και τον υγιή νου που θα του δώσει το τρέξιμο, τα βάρη, το Πιλάτες, η γιόγκα ή ο χορός σε στύλο και αυτό είναι το κάτι που έχουν οι πολεμικές τέχνες, αυτό δεν μπορεί παρά να προκύψει από την ιδέα ότι θα προσπαθήσει να βλάψει τον συνασκούμενό του αποφεύγοντας παράλληλα να τον βλάψει εκείνος.

Το παραπάνω δεν έχει καμία σχέση με το πόσο “καλός άνθρωπος” είναι ο ασκούμενος –για να χρησιμοποιήσω τη φράση του ασκούμενου στην αρχική ιστορία. Η συζήτηση εδώ δεν είναι για το αν και κατά πόσον προσπαθώ να βλάψω τον συνασκούμενό μου από κακία: φυσικά δεν είναι αυτός ο λόγος! (Εντελώς μεταξύ μας, όταν άκουσα εκείνον τον τύπο να το λέει αυτό, εντυπωσιάστηκα από το ότι μπορεί πραγματικά να πίστευε ότι τίθεται θέμα ηθικής και ότι ο δάσκαλος και ο αρχαιότερός του συνασκούμενος προσπαθούσαν να τον πείσουν να διαπραγματευτεί τη δική του.) Ο λόγος είναι ότι αν μια επίθεση δεν γίνεται με όλη την πρόθεση, την ένταση και την αλήθεια μιας κανονικής επίθεσης, δεν μπορεί να προκαλέσει και την ανάλογη αντίδραση με αποτέλεσμα αυτό που γίνεται να μην είναι πολεμική τέχνη αλλά απομίμησή της.


"το γεγονός ότι δε χρησιμοποιούν πραγματικά πυρά στις ασκήσεις τους, δεν εμποδίζει τους στρατιώτες να τις κάνουν..."


Κάπου εδώ είναι που μια μερίδα των αναγνωστών θα αρχίσουν να δυσανασχετούν και να αντιπαραθέτουν επιχειρήματα σχετικά με το ότι καμία επίθεση σε ένα ντότζο δεν μπορεί να είναι αληθινή και, άρα, ακόμα και αν κανείς επιτίθεται όσο πιο έντονα μπορεί, ποτέ δε θα φτάσει το επίπεδο μιας κανονικής επίθεσης. Και ναι, θα συμφωνήσω. Όμως το γεγονός ότι δε χρησιμοποιούν πραγματικά πυρά στις ασκήσεις τους, δεν εμποδίζει τους στρατιώτες να τις κάνουν: τις κάνουν και τις ξανακάνουν και τις ξανακάνουν, με την ελπίδα εκ μέρους των εκπαιδευτών τους (και τη βεβαιότητα που τους δίνει η εμπειρία) ότι όταν χρειαστεί να τις κάνουν με πραγματικά πυρά, θα έχουν διαμορφώσει τις δεξιότητες και τα αντανακλαστικά που θα τους επιτρέψουν να ανταποκριθούν.

Επιστρέφοντας στον νεαρό που υπήρξε το έναυσμα για τις παραπάνω σκέψεις, αν θελήσει κανείς να βάλει στη συζήτηση της εξάσκησης στις πολεμικές τέχνες και το θέμα της ηθικής, τότε είναι που η ειλικρίνεια επιβάλλεται: αν θέλει κανείς να υποστηρίξει πραγματικά ότι είναι “καλός άνθρωπος” θα πρέπει να συμβιβάσει μέσα του την πρόθεση να βλάψει τον αντίπαλό του αλλά όχι τον συνασκούμενό του, να ξέρει ότι μπορεί πραγματικά να κάνει το πρώτο και να επιλέξει να κάνει το δεύτερο· στην πραγματικότητα πρόκειται για μια διαρκή κατάσταση ελεγχόμενης βίας που, αν συνεχιστεί για όλη τη διάρκεια της εξάσκησης, οδηγεί σε μια κούραση πολύ διαφορετική από αυτή της αεροβικής άσκησης.

Αν τα παραπάνω ακούγονται σύνθετα, είναι επειδή πράγματι είναι σύνθετα: οι πολεμικές τέχνες δεν περιορίζονται απλώς στην εκτέλεση των τεχνικών και δε θα μπορούσαν να περιορίζονται μια και διαπραγματεύονται πολύ σοβαρά ζητήματα όπως είναι η βία και η δύναμη και η εξουσία και τα διαπραγματεύονται με έναν τρόπο που αναγκάζει τον ασκούμενο να έρθει πρόσωπο με πρόσωπο με τον εαυτό του –με τις πεποιθήσεις του, τις επιθυμίες του, τα πάθη του και τις αδυναμίες του- και να πάρει μια σαφή θέση απέναντί τους. Και κάνοντάς το να καταλάβει πραγματικά που βρίσκεται η διαχωριστική γραμμή μεταξύ “καλού ανθρώπου” και “κακού ανθρώπου”.


Γρηγόρης Α. Μηλιαρέσης


×
Πανελλήνιος οδηγός πολεμικών τεχνών

Κουπόνι Δωρεάν Μαθημάτων

Κερδίσατε 2 δωρεάν μαθήματα γνωριμίας στις συνεργαζόμενες σχολές του Πανελλήνιου Οδηγού Πολεμικών Τεχνών!

Κατεβάστε το κουπόνι