Πρότυπα των Πολεμικών Τεχνών: Τέσου Γιαμαόκα – ο άνθρωπος από σίδερο

εικόνα άρθρου
Ένα από τα λίγα πράγματα που γνωρίζουν όλοι για τις ιαπωνικές πολεμικές τέχνες είναι η σύνδεσή τους με τον βουδισμό Ζεν∙ όπως όλα τα πράγματα που «γνωρίζουν όλοι» και αυτό είναι σε μεγάλο βαθμό λάθος: εκτός από λίγες κλασικές παραδόσεις, οι ιαπωνικές πολεμικές τέχνες δεν συνδέθηκαν με τον βουδισμό Ζεν παρά αρκετά αργά, ό,τι και αν υποστηρίζει η σχετική φιλολογία που αναπτύχθηκε επίσης αρκετά αργά. Και η σύνδεσή τους αυτή προήλθε σε μεγάλο βαθμό από ένα πρόσωπο που σηματοδότησε ποικιλοτρόπως την περίοδο «Μπακουμάτσου», δηλαδή τα τελευταία χρόνια της εποχής των σογκούν, αμέσως πριν η Ιαπωνία μπει στη σύγχρονη εποχή. Το πρόσωπο αυτό ήταν ο ξιφομάχος, μελετητής του Ζεν, καλλιγράφος και πολιτικός Τετσουτάρο ή Τέσου Γιαμαόκα (1836-1888) ιδρυτής της σχολής Ίτο Σόντεν Μούτο-ρίου.

Ο Τέσου Γιαμαόκα γεννήθηκε στο Έντο, την πόλη που αργότερα θα ονομαζόταν «Τόκιο» και που επί δυόμιση αιώνες υπήρξε η βάση των σογκούν της δυναστείας Τοκουγκάουα και ουσιαστική πρωτεύουσα της Ιαπωνίας. Ο πατέρας του ήταν σαμουράι και διοικητικός ακόλουθος των Τοκουγκάουα, γεγονός που έκανε την εμπλοκή του Τέσου με τις πολεμικές τέχνες περίπου υποχρεωτική. Γνώρισε το ξίφος πρώτα μέσω της Τζικισινκάγκε-ρίου και αργότερα μέσω της Όνο-χα Ίτο-ρίου και της Νακανίσι-χα Ίτο-ρίου υπό τη διδασκαλία του Ασάρι Ματασιτσίρο και τη λόγχη μέσω της Γιαμαόκα-ρίου στην οποία οφείλει και το όνομά του (παντρεύτηκε την κόρη του δασκάλου του, Γιαμαόκα Σέιζαν και πήρε το επώνυμό της –το δικό του επώνυμο ήταν «Όνο»). Και οι ικανότητές του ήταν αρκετές ώστε στα 20 του να διοριστεί δάσκαλος στην κρατική στρατιωτική σχολή Κόμπουκαν και λίγο αργότερα, το 1863 να ηγηθεί της ομάδας Ροσιγκούμι που θα προστάτευε τον προτελευταίο σογκούν, τον Τοκουγκοάουα Ιεμότσι (1846-1866) στο Κιότο για να επισκεφθεί τον αυτοκράτορα, κάτι που συνέβαινε για πρώτη φορά μετά από 230 χρόνια.

Η κορυφαία στιγμή της πολιτικής ζωής του Γιαμαόκα, και αυτή που του χάρισε τη θέση του στην ιστορία της Ιαπωνίας, ήρθε πέντε χρόνια αργότερα, το Μάρτιο του 1868 όταν διαπραγματεύτηκε για λογαριασμό του τελευταίου σογκούν, Τοκουγκάουα Γιοσινόμπου (1837-1913) την παράδοση του Έντο στις δυνάμεις που υποστήριζαν τον αυτοκράτορα και προέλαυναν προς την πόλη υπό την ηγεσία μιας άλλης ιστορικής προσωπικότητας, του σαμουράι από την Σατσούμα, Σάιγκο Τακαμόρι (1828-1874). Κάνοντας πεζός τη διαδρομή των 200 χιλιομέτρων από το Έντο ως τη σημερινή Σιζουόκα, ο Τέσου παρέδωσε στον Σάιγκο τα ξίφη του και τη επιστολή καλής θελήσεως που είχε πάρει από τον ίδιο τον σογκούν και, επικαλούμενος την αφοσίωση που σαν σαμουράι αισθανόταν και ο ίδιος ο Σάιγκο κατάφερε να τον πείσει όχι μόνο για το πόσο καταστροφικός θα ήταν για την Ιαπωνία ένας πόλεμος μεταξύ του στρατού του σογκούν και του στρατού του αυτοκράτορα αλλά και για την ανάγκη ο σογκούν να διατηρήσει την αξιοπρέπειά του και να μην εξοριστεί.

Το ξεκίνημα της περιόδου Μέιτζι, έφερε στον Τέσου Γιαμαόκα μια σειρά από δημόσιες θέσεις –αξιωματούχος της επαρχίας Σιζουόκα, κυβερνήτης της επαρχίας Ιμάρι και αργότερα αυλάρχης και σύμβουλος του ίδιου του αυτοκράτορα Μέιτζι- όμως οι πολεμικές τέχνες δεν έπαψαν ποτέ να τον απασχολούν τόσο σαν ένας τρόπος άσκησης του νου όσο και σαν συμπλήρωμα της άσκησης του Ζαζέν την οποία συνέχιζε αδιάκοπα από τα 19 του. Το «ερώτημα» στο οποίο πάλευε να απαντήσει ήταν η ήττα από τον δάσκαλο του, τον Ασάρι Ματασιτσίρο, τον μόνο αντίπαλο που δεν κατάφερε ποτέ να νικήσει παρά τη σκληρή του προπόνηση∙ μέτρο του σχεδόν απάνθρωπου τρόπου άσκησης του Τέσου είναι η πληροφορία ότι στα 24 του, έλαβε μέρος σε 1400 αγώνες ξιφομαχίας μέσα σε ένα διάστημα μιας εβδομάδας κατά την οποία «έπαιζε» από την ανατολή του ήλιου ως τη δύση του.

Σύμφωνα με τον ίδιο τον Τέσου, η απάντηση στο ερώτημά του ήρθε όχι από την προπόνηση στην τέχνη του ξίφους, ούτε από την άσκηση στο Ζεν αλλά από τον συνδυασμό τους: 17 χρόνια μετά την πρώτη τους αναμέτρηση και έχοντας τηρήσει επί δεκαετίες ένα καθημερινό πρόγραμμα στο οποίο η προπόνηση εναλλασσόταν με το Ζαζέν, κατάφερε να σταθεί απέναντι στον Ασάρι έχοντάς τον «νικήσει» πρώτα μέσα του –έχοντας δηλαδή φτάσει στο σημείο που ο νους του ήταν εντελώς κενός από την ιδέα της νίκης ή της ήττας. Αυτή τη φορά ο δάσκαλός του δεν μπόρεσε να του επιβληθεί και του έδωσε το δίπλωμα ολοκλήρωσης της μαθητείας του∙ από εκεί και ύστερα, ο Τέσου Γιαμαόκα θα περνούσε τα τελευταία οκτώ χρόνια της ζωής του διδάσκοντας τη δική του εκδοχή της τέχνης η οποία τεχνικά στηριζόταν στην Ίτο-ρίου που είχε μελετήσει αλλά που έδινε έμφαση στην ένωση εαυτού και ξίφους και εαυτού και αντιπάλου, αυτό που ο ίδιος αποκαλούσε «μούτο» ή «μη-ξίφος».

Ο Τέσου Γιαμόκα πέθανε νέος –στα 52 του- από καρκίνο του στομαχιού –ήταν το τίμημα που πλήρωσε για τις δεκαετίες της ανελέητης εξάσκησης, των στερήσεων (παρά την καταγωγή και τα αξιώματά που κατείχε, η ζωή του ήταν πάντα φτωχική) και κατά κοινή ομολογία, των καταχρήσεών του στο ποτό (ακόμα και σήμερα, στον τάφο του στο ναό Ζενσοάν στη Γιάνακα του Τόκιο θα δει κανείς μπουκάλια σάκε ή μπίρας που αφήνουν οι επισκέπτες σαν φόρο τιμής στον μεγάλο ξιφομάχο). Μετά από ένα εκατομμύριο έργα καλλιγραφίας, εκατομμύρια κοψίματα με το ξίφος και χιλιάδες ώρες καθίσματος στο μαξιλάρι του Ζαζέν, ο εκκεντρικός ξιφομάχος εγκατέλειψε την Ιαπωνία ενώ ο αυτοκράτορας (που ο ίδιος βοήθησε να ανέβει στο θρόνο) χάραζε την πορεία της στη νέα εποχή. Η σχολή του υπάρχει ακόμα όμως πολύ λίγοι την ακολουθούν καθώς πολύ λίγοι μπορούν να αντέξουν τις απαιτήσεις της, απαιτήσεις που άφησε σαν παρακαταθήκη ο Τέσου βασισμένος σ’ αυτές που είχε ο ίδιος από τον εαυτό του και τους μαθητές του. Λέγεται ότι πριν πεθάνει έγραψε το τελευταίο του ποίημα («Σφίγγω το στομάχι μου –για να αντισταθώ στον πόνο- ένα κοράκι κρώζει») και στη συνέχεια κάθισε στη στάση του Ζαζέν ώστε ο θάνατος να τον βρει εκεί, όπως και έγινε -μοιάζει με θρύλο όμως στην περίπτωση του Τέσου Γιαμαόκα, ίσως και να είναι αλήθεια.

Γρηγόρης Α. Μηλιαρέσης

×
Πανελλήνιος οδηγός πολεμικών τεχνών

Κουπόνι Δωρεάν Μαθημάτων

Κερδίσατε 2 δωρεάν μαθήματα γνωριμίας στις συνεργαζόμενες σχολές του Πανελλήνιου Οδηγού Πολεμικών Τεχνών!

Κατεβάστε το κουπόνι